Τα φώτα σβήνουν. Πέφτει η αυλαία της παράστασης. Όλα τελειώνουν φίλε μου.
Όσο καλός ηθοποιός κι αν είσαι ή κομπάρσος, δεν έχει καμιά σημασία. Όλα γίνονται ίδια.
Ο κόσμος φεύγει. Το θέατρο άδειασε, όπως αδειάζει η ψυχή όταν τελειώνουν τα όνειρα.
Μόνος. Στο σκοτεινό καμαρίνι, με το κόκκινο φως ασφαλείας να μου κρατά συντροφιά, για να μην σκοντάψω στο τοίχο. Στο τοίχο της απελπισίας, στο τοίχο της απαγοήτευσης.
Η ζωή? Η ζωή συνεχίζεται. Για πόσο όμως ακόμα?
Βγαίνω στον έρημο δρόμο κι ανεβαίνω την ανηφόρα της επιστροφής.
Η νύχτα έχει την τιμητική της.
Κάπου σε μιαν άλλη γωνιά της γης δεν υπάρχει νύχτα.Όταν τελειώνει η μέρα, οι πύραυλοι και τα φονικά drones, υποχρεώνουν τη μέρα να κάνει υπερωρίες. Και συ με περιμένεις στο σπίτι και το μόνο που σε νοιάζει, αν το χειροκρότημα ήταν εκκωφαντικό.
Ένα πελώριο ερωτηματικό με κυριεύει.
Άραγε άξιζαν το κόπο, τόσες προσπάθειες, τόσες πρόβες, τόσοι διαπληκτισμοί με το σκηνοθέτη, που έφτασε στο σημείο ακόμα και να με προσβάλει κάποιες φορές, για μία μόνο παράσταση?
Κανείς δεν απαντά.
Κι όμως υπάρχει απάντηση.
ΝΑΙ. ΑΞΙΖΕ.
Ανδρέας Μαζαράκης 16/06/2025
